τετρακοστά

τετρακοστά
τετρᾰκοστά, τά,
A celebration of the fortieth day after birth, PFay. 113.14 (i/ii A.D.); but τετρακοστός, ή, όν, = τετρακοσιοστός, Tz.H.13.99.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • τετρακοστά — τὰ, Α ο εορτασμός τής τεσσαρακοστής ημέρας από τη γέννηση κάποιου παιδιού. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τού πληθ. τού ουδ. τού επιθ. τεσσαρακοστός κατ επίδραση τών λ. με α συνθετικό τετρ(α) *] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”